ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΕΑΔΕ ΕΠΙ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ ΑΕ
1. Ο σχεδιασμός του προταθέντος σχεδίου Κανονισμού αφορά σχέση πιστωτή-δανειστή και δανειολήπτη-οφειλέτη και όχι δύο συνεργατών ως είναι η Ασφαλιστική Εταιρεία και ο Ασφαλιστικός Διαμεσολαβητής.
Δεν υπάρχει ίση μεταχείριση των δύο εμπλεκομένων μερών. Θεωρείται ως δεδομένο ότι μόνο η μία πλευρά, των Διαμεσολαβούντων, δύναται να εκδηλώσει παραβατική συμπεριφορά.
2. Η «ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ ΑΕ» είναι μία διατραπεζική εταιρεία. Δεδομένου ότι ένας εκ των Διαμεσολαβητών στην προώθηση ασφαλιστικών προϊόντων είναι οι Τράπεζες (BankAssurance), δεν θα πρέπει αυτός που δημιουργεί και θέτει τους όρους του συστήματος ελέγχου, να είναι και ελεγχόμενος.
3.Στο Προοίμιο γίνεται λόγος για αντικειμενική πληροφόρηση.
Πώς κρίνεται και από ποιον τι συνιστά αντικειμενική πληροφόρηση, αφού ο Φορέας, που θα παρέχει την αποκλειστική πληροφόρηση στην «ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ ΑΕ», θα είναι αποκλειστικά και μόνο οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις.
Πώς ελέγχεται η αλήθεια των ισχυρισμών, της παρεχόμενης πληροφόρησης?
Η καλή πίστη δε μπορεί να θεωρείται apriori δεδομένη των Ασφαλιστικών Εταιρειών. Δεν είναι δυνατόν η άποψη, η πληροφόρηση που παρέχει η Ασφαλιστική Εταιρεία να θεωρείται θέσφατο.
Θα πρέπει να γίνει ανάλογη εφαρμογή της αρχής της προηγούμενης ακρόασης. Θα πρέπει να ζητείται εγγράφως και να καταγράφεται και η άποψη του Διαμεσολαβούντος. Δεν υπάρχει πρόβλεψη και διασφάλιση ότι θα γίνεται ή ότι θα λαμβάνεται υπόψιν.
4. Δεν υπάρχει πρόβλεψη για την περίπτωση που Διαμεσολαβητής, θα συνεργάζεται με Διαμεσολαβητή. Στην περίπτωση αυτή ο Διαμεσολαβητής επέχει θέση Φορέα.
5. Κωδ. 01. Η καθυστέρηση θα πρέπει να είναι τεκμηριωμένη. Θα πρέπει να απαιτείται από την «ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ ΑΕ» προηγούμενη έγγραφη όχληση του Διαμεσολαβούντος, ώστε να έχει τη δυνατότητα ο Διαμεσολαβητής να αμφισβητήσει την οφειλή, το ύψος της ή τον χρόνο καθυστέρησης, και να λαμβάνεται υπόψιν και η τυχόν έγγραφη αμφισβήτηση-απάντησή του.
6. Κωδ. 02. Ποιος θα κρίνει το γεγονός της είσπραξης ή όχι των ασφαλίστρων και άρα την οφειλή τους ? Συχνά υπάρχει διάσταση απόψεων. Οι Εταιρείες θεωρούν εισπραχθέντα ασφάλιστρα που στην πραγματικότητα δεν έχουν εισπραχθεί.
7. Κωδ. 01-11. Αφορούν τέλεση ποινικών αδικημάτων, για τα οποία ισχύει το τεκμήριο της αθωότητας μέχρι την τελεσιδικία της υπόθεσης με δικαστικές αποφάσεις. Είναι αδιανόητο να γίνεται καταχώριση με βάση την υποτιθέμενη «καλοπροαίρετη» άποψη μίας ιδιωτικής ασφαλιστικής εταιρείας.
Η παρακράτηση και μη απόδοση ασφαλίστρων, και κυρίως η αλλοίωση ποσών συναλλαγών, η έκδοση μη εγκεκριμένων ασφαλιστηρίων ή άλλων εντύπων, η εκ προθέσεως εσφαλμένη συμπλήρωση πρότασης ασφάλισης, η εμπλοκή σε απατηλές αιτήσεις ασφαλιστικών αποζημιώσεων, η μη εγκεκριμένη από τον ασφαλιζόμενο τροποποίηση ή μεταφορά ασφαλιστηρίου, φωτογραφίζει και αναφέρεται σε συμπεριφορά που άπτεται και του κοινού ακόμη ποινικού δικαίου. Ποιος θα αποφασίσει και πώς αποδεικνύεται αν υπάρχει π.χ. πλαστογραφία, και δη μετά χρήσεως, απάτη, υπεξαίρεση κ.α., συχνά κακουργηματικού χαρακτήρα. Η ιδιωτική ασφαλιστική εταιρεία, που ενίοτε βρίσκεται σε διένεξη με τους Διαμεσολαβούντες για λόγους άλλους όπως εμπορικούς κλπ.?
Θα πρέπει να απαιτείται η έκδοση δικαστικής -τελεσίδικης αν όχι αμετάκλητης- απόφασης, προτού γίνει η καταχώριση. Ως έσχατη λύση θα πρέπει τουλάχιστον να έχει ασκηθεί μήνυση-έγκληση από την Ασφαλιστική Εταιρεία.
8. Ουσιαστικά μετακυλύεται ο κίνδυνος της καθυστέρησης της απονομής δικαιοσύνης από τις εταιρείες στους Διαμεσολαβούντες. Αντί να περιμένουν οι Εταιρείες την έκδοση δικαστικής απόφασης, θα καταχωρείται ο Διαμεσολαβητής, με τον κίνδυνο, αν η καταχώριση είναι αβάσιμη, να πρέπει να προσφύγει αυτός στην δικαιοσύνη και αφού αποδείξει το δίκαιό του μετά από 10 χρόνια, να αιτείται αποζημίωσης από την εκάστοτε εν αδίκω Εταιρεία και την «ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ ΑΕ». Μέχρι τότε όμως θα έχει καταστραφεί οικονομικά, προσωπικά και όχι μόνον.
Η υποτιθέμενη δικλείδα ασφαλείας της προσφυγής –«κατόπιν εορτής»- στην Δικαιοσύνη και στην Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων είναι ανεπαρκής. Θα πρέπει να προστατεύεται η προσωπικότητα κάθε Διαμεσολαβητή από την πιθανή κακή χρήση του κανονισμού, προληπτικά, πριν την καταχώριση, και όχι μετά.
Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί ένα σύστημα ελέγχου με το οποίο ιδιώτες ελέγχουν ιδιώτες, να λειτουργεί έχοντας apriori, ως αναμφισβήτητα δεδομένα την καλή πίστη του ελεγκτή ως μοναδική προϋπόθεση της καταχώρισης. Τα ανωτέρω συχνά μπορεί να μην υπάρχουν και άρα υπάρχει σφόδρα πιθανολογούμενος κίνδυνος εκ προθέσεως κακής εφαρμογής του συστήματος ελέγχου, με άμεσα θύματα τους Διαμεσολαβούντες.
Τα Μέλη της Ε.Α.Δ.Ε.